Αυτόχθονες φυλές αιγοπροβάτων…, του Αθανασίου Θεοδωράκη

Kthnotrofoi - ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

Μέσα στον ορυμαγδό των διεθνών εξελίξεων, ας σταθούμε για λίγο στη Διάσκεψη COP 21. Λαμβάνει χώρα τώρα στο Παρίσι, στη μεγάλη αυτή ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που ζει πολύ δραματικές ώρες, αλλά που αντιδρά στις δολοφονικές επιθέσεις των ισλαμιστών με αξιοπρέπεια, αποφασιστικότητα, πόνο και ηρεμία, μια πρωτεύουσα που θα επουλώσει τις πληγές της, αφού έχει συνοχή, αντοχή, δύναμη.
Η συζήτηση για το περιβάλλον έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον: κλιματική αλλαγή, ερημοποίηση, απρόβλεπτες αλλαγές του καιρού, άνοδος της θερμοκρασίας, μόλυνση των υδάτων, του αέρα και του υπεδάφους, κλπ, κλπ. Ατέρμονες συζητήσεις, αναρίθμητες διεθνείς διασκέψεις, πλήθος ψηφισμάτων, δηλώσεων, σχολίων. Πιάνουν τόπο όλα αυτά;
«Γεωργία, κτηνοτροφία, δασικά οικοσυστήματα, υδάτινοι πόροι και τουρισμός, είναι μερικοί από τους τομείς που αναμένεται να πληγούν ιδιαίτερα μέσα στα επόμενα χρόνια από την Κλιματική Αλλαγή » (http://www.tanea.gr/news/greece/article/5314111/se-dhmosia-diaboyleysh-ta-metra-gia-thn-antimetwpish-ths-klimatikhs-allaghs/)
Νομίζω ότι το κύριο είναι εντός μας, στη συνείδησή μας, στη συμπεριφορά μας. Ολα τα άλλα έπονται . Tα κράτη αντιστέκονται, η νομοθεσία ακολουθεί, οι βιομηχανίες κωφεύουν, οι ΜΚΟ καλά κάνουν και συνεχίζουν επί του πεδίου το έργο της προστασίας του περιβάλλοντος, όπως μου έλεγε πρόσφατα ο Σταύρος, φίλος από την Ορεστιάδα, «ξέχνα τα γενικά και τα μεγαλεπήβολα, αυτή την εποχή μόνο σε τοπικό επίπεδο μπορεί να γεννηθεί κάτι το δημιουργικό…». Αξονας για όλα αυτά είναι το το θέμα της τοπικής βιοποικιλότητας. Δεν είναι η πρώτη φορά που γράφω γι αυτό, αλλά οι συνθήκες εξελίσσονται. Διαβάζω λοιπόν ότι «εκτός των ντόπιων κτηνοτρόφων και όσοι εκτρέφουν αυτόχθονες φυλές (απειλούμενες με εξαφάνιση) αποκτούν προτεραιότητα στη λήψη δικαιώματος σε βοσκήσιμες γαίες, μεταξύ των οποίων δημόσια δάση – εκτάσεις και μη πεδινά χορτολίβαδα». (http://www.agronews.gr/ekmetaleuseis/ktinotrofikes-farmes/arthro/136451/provadisma-gia-dikaiomata-voskis-se-dopious-kai-autohthones-fules/)
Το τί έχει γίνει με τα βοσκοτόπια το έχετε διαβάσει, Η σχετική όμως πρωτοβουλία του Υπουργού ΥΠΑΑΤ έχει ειδικό ενδιαφέρον. Πρώτον γιατί αναφέρεται στις αυτόχθονες φυλές ζώων, αυτές που ζουν και στην περιοχή μας από αρχαιοτάτων χρόνων και έτσι συνδέεται με τη φέτα, το κορυφαίο τοπικό και εθνικό μας προϊόν. Η ιστορική απόφαση του ΔΕΚ της ΕΕ, του 2005 καλύπτει με σαφήνεια το θέμα:

«Για να προστατεύεται ως ΠΟΠ, μια παραδοσιακή ονομασία όπως η «φέτα», η οποία δεν αποτελεί όνομα μιας περιοχής, ενός τόπου ή μιας χώρας, πρέπει να περιγράφει ένα γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο που κατάγεται από ένα οριοθετημένο γεωγραφικό περιβάλλον, το οποίο περιλαμβάνει ιδιαίτερους φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες και είναι ικανό να προσδώσει σ’ αυτό το γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο τα ειδικά χαρακτηριστικά του. Κατά την Επιτροπή, οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται. Η ονομασία «φέτα» δεν έχει καταστεί κοινή ονομασία ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου και, επομένως, δεν αποτελεί ονομασία γένους. Η γεωγραφική ζώνη την οποία οριοθετεί η ελληνική νομοθεσία περιλαμβάνει αποκλειστικά το έδαφος της ηπειρωτικής Ελλάδας και τον Νομό Λέσβου. Η εκτατική βοσκή και η διαχείμαση, οι οποίες αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της εκτροφής προβατίνων και αιγών που χρησιμοποιούνται για την προμήθεια της πρώτης ύλης του τυριού «φέτα», αποτελούν καρπό μιας πατρογονικής παράδοσης που επιτρέπει την προσαρμογή στις κλιματικές μεταβολές και στις συνέπειές τους στη διαθέσιμη βλάστηση. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη αυτόχθονων φυλών αιγοπροβάτων μικρού μεγέθους, πολύ λιτοδίαιτων και ανθεκτικών, που μπορούν να επιζήσουν σε ένα ελάχιστα γενναιόδωρο από ποσοτικής απόψεως περιβάλλον το οποίο, ωστόσο, είναι ποιοτικά προικισμένο με μια άκρως διαφοροποιημένη ειδική χλωρίδα που χαρίζει στο τελικό προϊόν ιδιαίτερο άρωμα και γεύση. Η όσμωση μεταξύ των προαναφερόμενων φυσικών παραγόντων και των ειδικών ανθρώπινων παραγόντων, ιδιαίτερα η παραδοσιακή μέθοδος παρασκευής που απαιτεί οπωσδήποτε στράγγισμα χωρίς πίεση, χάρισε στο τυρί “φέτα” εξαιρετική διεθνή φήμη.» (Για το κείμενο της σημαντικής απόφασης, βλ. http://curia.europa.eu/el/actu/communiques/cp05/aff/cp050092el.pdf)

Πολλές φορές στη διάρκεια της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας ασχολήθηκα με το θέμα. Αυτή η απόφαση του ΔΕΚ στάθηκε σταθμός, δικαίωσε την Ελλάδα που είχε σοβαρά επιχειρήματα και είχε κάνει άριστη προετοιμασία, την προστάτεψε από άγριες εμπορικές επιθέσεις, κατοχύρωσε στην ΕΕ και διεθνώς τη φέτα ως ένα προϊόν ΠΟΠ καθαρά ελληνικό. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση του Δικαστηρίου είναι πράγματι μοναδική, σπάνια είχα την ευκαιρία να βρω αλλού ένα τέτοιο κείμενο, αφού λαμβάνονται υπόψη, «η όσμωση», όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το θέμα: συνθήκες περιβάλλοντος, παράδοση και τεχνογνωσία, αυτόχθονες φυλές, ειδική βλάστηση, ανθρώπινος παράγων.

Επειδή όμως οι συνθήκες εκτροφής των αιγοπροβάτων αλλάζουν γρήγορα, οι ντόπιες φυλές χάνονται, η εκτατική κτηνοτροφία υποχωρεί κι ο νοών νοείτω, εναπόκειται σε όλους εμάς πλέον και κυρίως στους άμεσα εμπλεκόμενους (παραγωγούς, ενώσεις, επιχειρήσεις, καταλωτές, Δήμους, Περιφέρεια, Κυβέρνηση) να τηρήσουν «ως κόρην οφθαλμού» το γράμμα και το πνεύμα της ιστορικής αυτής απόφασης του ΔΕΚ. Να προστατεύουν συστηματικά το εθνικό μας προϊόν, να ενημερώνουν τους παραγωγούς και το κοινό, να προβάλουν τη φέτα με επιμονή και μεθοδικότητα αφού πάντα υπάρχουν κακόβουλοι ανταγωνιστές… Κι αυτό με κάθε τρόπο, με τη διπλωματία βεβαίως, αλλά και με μέτρα πρακτικά, δηλ. διατηρώντας και αναπαράγοντας με σύστημα και έλεγχο τις αυτόχθονες φυλές ζώων (βλ. για πληροφορίες την σχετική ιστοσελίδα του ΥΠΑΑΤ, http://www.minagric.gr/images/stories/docs/agrotis/Aigoprobata/Files_Aigoprobaton/foreis_poy_diathetoun_zoa_anapa120615.pdf), επιμένοντας στην ποιότητα, αναδεικνύοντας τον χαρακτήρα της κάθε περιοχής, την μοναδικότητά της, την γνησιότητα των προϊόντων της.

Το μέλλον απαιτεί σκληρή εργασία, αγάπη για τα τοπικά προϊόντα, συνεργασία και άριστη ποιότητα. Ετσι θα προβάλουμε την δική μας ταυτότητα, την τοπική, την περιφερειακή, την εθνική, έτσι θα κερδίζουμε πόντους στην εσωτερική και διεθνή αγορά.

του Αθανασίου Θεοδωράκη
πολιτικού επιστήμονα

Add Comment